Μια πυξίδα μες στην παραζάλη,
στην μέση του πουθενά παν κι άλλοι γι’ αυτό το ακρογιάλι;
Κατεβασιά απότομη τραχιά,
σαν πέτρα που κατρακυλάει αποκαμωμένη,
να φτάσει σε ένα τέρμα με τον ήλιο γέρμα.
Μια αγωνία μέσα στο κεφάλι,
στου ονείρου τη φωτιά καίγονται πάλι οι εραστές
το τελευταίο εκείνο βράδυ.
Φάρσα κακόγουστη παλιά,
σαν καράβι που σκούριασε η αγάπη και
μοιάζει με ναυάγιο που την θάλασσα πότισε με ατσάλι.
Μια βουτιά μες στην ψυχή,
στου μυαλού την ηδονή,
πως ετούτο το σκαρί μια μέρα αλαργινή,
γερό θα γενεί και πάλι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου