Ο ουρανός στα χέρια της
έμοιαζε σαν μισοφέγγαρο
στεφανωμένο με αστέρια
και δυο ρωγμές στη μέση.
Το σώμα της είχε εκείνη
την σφοδρότητα όπως
οι Αυγουστιάτικες μπόρες
που μυρίζουν αιωνιότητα.
Και όπως μετρούσε τα κόκαλα
στην πλάτη της ήτανε λες
και σκαρφάλωνε στην γειτονιά
του ονείρου.
Η σάρκα αναφλεγότανε αργά
από εκείνα τα φιλιά
που διαπερνούσαν σαν κομήτες
την τροπόσφαιρα της ύπαρξης.
Εγκατάσταση σε ξένη γη
μοιάζει ετούτο το σεργιάνι
σε λέξεις και εικόνες δίχως συνοχή
ο έρωτας τρυπώνει πάλι.