Λίγα λόγια...

''Aρκεί ένα ποίημα.
Ένα μόνο ποτήρι με στίχους για να μεθύσω.
Έχουν πέσει οι αντοχές μου.
Οι φίλοι μου με μαζεύουν από τα γραπτά μου.
Έλα σήκω πέρασε η ώρα μου λένε.
Έτσι που πας θα καταστραφείς.
Μην παίρνεις τη ζωή κατάκαρδα.
Δεν φταίω εγώ τους απαντώ.
Μικρό η μάνα μου με θήλαζε λέξεις.''
Νίκος Σκούτας.

Κυριακή 17 Ιουλίου 2016

Γκράφιτι


,
Ένα παιδί που προσπαθεί,
να ξεριζώσει γκράφιτι από τοίχο,
μου θύμησε της αφέλειας τον ήχο.

Και ούτε θυμάμαι τις λέξεις
πώς να γράψω,αφού προτίμησα
τους τοίχους να διαγράψω.

Ένα παιδί που ονειροπολεί,
δεν έτυχε να το πετύχω,
και τα όνειρα του φόρεσα σε στίχο.

Και ούτε θυμάμαι τις ρίμες
πώς να αλλάξω,και πώς να απαλλαχτώ
δίχως το βήμα μου να χάσω.

Ένα παιδί μου μεγαλώνει,
που να το κρύψω για να μην τρομάξει,
στου φόβου καβάλα το αμάξι.

Και ούτε ξεχνώ
πώς μοιάζει πότε το σκοτάδι και πότε το φώς,
πώς παύει το πότε,το πού και το ποιός,
πώς γίνεται το χώμα θησαυρός
και η σιωπή αβάσταχτος καρπός.



Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2016

Παροδικό

Στο άδειο τρένο είναι το παρελθόν
που πέρασε μες στο παρόν
και γέρασε.

Άδειο βαγόνι και άραξε,
στο αμαξοστάσιο τα σωθικά του άδειασε.

Μια γριούλα στέκει χαμογελαστή,
περιμένοντας της αποβάθρας το φιλί,
ποιόν γέλασε και από ποιόν να έχει γελαστεί.

Κάθε τέλος και αρχή,
μία θέση που έχει μείνει αδειανή,
θα γεμίσει πριν το μέλλον μας να'ρθει.

Ξημερώνει,φτάνει η ώρα η εσπερινή
πρώτο το σήμαντρο,μετά και η ανατολή.

Λόγια λόγια,
όλα έχουν ξεχαστεί,
μες στον υπόγειο σταθμό γίνηκαν πια σιωπή.

Μονάχα η επιτάχυνση του τρένου αντηχεί,
σαν τον οχετό προτού στο διάβα ξεχυθεί.

Σάββατο 22 Αυγούστου 2015

Αστρικοί ταξιδιώτες



Μία γόπα περνούσε αμέριμνη την Πειραιώς
τριγύρω άνεμος φύσαγε ζεστός.

Στο πεζουλάκι κάτω από το δέντρο
μία λέξη,ένα επίθετο:αστρικός.

Πλάι μου ένα γκράφιτι κοιτούσε σκεπτικό
δεν έδωσα σημασία και εκείνο έμεινε βουβό.

Στα παραθύρια των φούρνων των παλιών
αράδες χουχουλιάζανε συμμορίες περιστεριών.

Μια αυγουστιάτικη νύχτα σκέφτηκα
κάτω από τα φώτα μοιάζουν όλα ψεύτικα.

Πλάι μου απλώνονταν οι ουρανοί
και οι σκέψεις έτρεχαν σαν ταξιδιώτες αστρικοί.

Παρασκευή 31 Ιουλίου 2015

Έρως



Από έρωτα δεν ήξερα
πώς είναι να γράφεις.
Αστέρια είναι που λες
πως με τα δύο σου χέρια πλάθεις.

Από έρωτα δεν ήξερα
πώς είναι να πάθεις.
Αρρώστια είναι λεν
και αν δεν κολλήσεις δεν θα μάθεις.

Από έρωτα σε έρωτα
πώς να πετάξεις.
Φτερά δεν έχεις να σωθείς
με κόπο μονάχος σου πρέπει να τα φτιάξεις.

Από έρωτα τον έρωτα
πρέπει φίλο να τον καλοζυγιάσεις
να δέσει πρώτα το γλυκό
μην φύγει και σαλτάρει.

Από έρωτα τον κόσμο σου
να σιάξεις,στο είναι σου να μπει,
να σε αναταράξει και ώσπου
να γεννηθείς θα έχεις πια γεράσει.

Και ο έρωτας είναι παιδί
και με τα καμώματα του
θέλει να γελάσει,
τον κόσμο να χαλάσει.


Παρασκευή 22 Μαΐου 2015

Η μαύρη γάτα


.

                            
Κόσμος παράλογος,
στραβός και ανάποδος.

Πάνω στο δέντρο μια γαλή 
να νιαουρίζει βράδυ πρωί.

Φεγγάρια όνειρα, 
άτακτα και παμπόνηρα.

Και εκείνο το δέντρο δεν ομιλεί
απλώνει τα κλαδιά λες κι έχει ξεριζωθεί.

Χρώματα σκορπισμένα,
ηλιοκαμένα και τσαλαπατημένα.

Πάνω στο κλαδί και άλλο κλαδί
να πιάσει την μαύρη ουρά που ακροβατεί.

Μπόρα ξενοφερμένη,
ροδαλή και ξυλιασμένη.

Γάτα με εφτά ψυχές η άνοιξη
και όσες φορές και αν πέσει θα σηκωθεί.
Θα σε αναστήσει και μένα μαζί
βγάλε τα μαύρα αρχινάει η γιορτή.






Δευτέρα 16 Μαρτίου 2015

Βρυκόλακας

Νεοέλληνας σαθρός,
μέγας και πρωθυπουργός,
ανασταίνεται συχνά,
και υπερήφανα γλεντά.

Σαν βρυκόλακας σωστός,
ντύνεται πάλλευκος γαμπρός,
στα κουτούκια σεργιανά,
και τα φράγκα του σκορπά.

Τι να κάνει ο δυστυχής,
που γεννήθηκε ευτυχής,
πλάι στην Μόσχα,στην Τουρκιά,
και στης Δύσης της κοιλιά.

Βλέπεις είναι πονηρός,
για τους φίλους συμπονετικός,
παρελθόν έχει βαρύ,
πότε γόης και πότε παιδί.

Την ζήση ετούτη την ποθεί,
μα φοβάται μήπως εκτεθεί,
σαν πρόβατο απολωλό,
που έχει χάσει τον βοσκό.

Αφήστε τον τώρα λοιπόν,
ήσυχο έτσι και μοναχικό,
την φεγγαρόστρατα να ανοίξει
προτού μεσάνυχτα χτυπήσει!


Κυριακή 1 Μαρτίου 2015

Άγριες μέρες

Άνοιξα το παράθυρο
και είδα τα δέντρα όλα γυμνά
από φόβο και από πάθη.

Λες και ήταν έτοιμα από πάντα
μαθημένα να περιμένουν την άνοιξη.

Άνοιξα την ψυχή
και είδα χρώματα ξεθωριασμένα
απ'τον χρόνο και απ'τα λάθη.

Λες και ήταν όνειρο της Κυριακής
τα λόγια της αγάπης.

Έκλεισα θέση πλάι στα άνθη
και είδα το φως να διαπερνά
της ζωής το διάφανο αδράχτι.

Λες και είχα χάσει
της όρασης την αίσθηση 
και η πλάση έμοιαζε παραίσθηση.

'Έκλεισα τον κύκλο
και πέταξα την κιμωλία
πλάι στο περβάζι με την ακακία.

Άγριες μέρες παρελαύνουν
πλάι στα σώματα τα μουσκεμένα
και η άνοιξη καραδοκεί
σαν την καρδιά που βρίσκει η σφαίρα.